Διάφορα άρθρα
Τις τελευταίες δεκαετίες, μία πληθώρα βιβλίων με αντικείμενο τους Βλάχους και τους Σαρακατσαναίους έχει κατακλίσει τα ράφια των βιβλιοπωλείων. Ενθαρρυντικό είναι επίσης το γεγονός πως πολλά από αυτά δεν είναι προϊόντα παραγωγής επαγγελματιών και ειδικών επιστημόνων, αλλά το αποτέλεσμα σκληρής δουλειάς ανθρώπων που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν, κάπως αβασάνιστα, ως ερασιτέχνες συγγραφείς.
Η αγάπη και η περηφάνια για τη βλάχικη ή τη σαρακατσάνικη ρίζα τους είναι, συνήθως, οι κινητήριες δυνάμεις πίσω από τέτοιου είδους συγγραφικές προσπάθειες. Καθώς οι νεότερες γενιές των Βλάχων και των Σαρακατσαναίων έχουν, αναπόφευκτα, απομακρυνθεί από τους αντιστοίχους παραδοσιακούς τρόπους ζωής κι έχουν ανέλθει στην κοινωνική και οικονομική ιεράρχηση αισθάνονται, μάλλον, την ανάγκη να καταγράψουν και να προσφέρουν στις επόμενες γενιές, που δεν θα έχουν τις απαραίτητες παραστάσεις, την ιστορία και τις παραδόσεις που διαφορετικά θα ξεχνιόνταν και θα χάνονταν.
Η διασπορά των Βλάχων από την περιοχή του Γράμμου ήταν εξίσου μεγάλη, όσο και αυτή από την περιοχή της Μοσχόπολης. Εξάλλου, και στις δύο περιπτώσεις τα αίτια ήταν τα ίδια, και κυρίως οι προστριβές με τους απαιτητικούς γείτονές τους, τους όλο και πιο άναρχους Τουρκαλβανούς.
Τα κύματα των εξόδων έχουν ως ορόσημο την καταστροφή του 1769 και το ένα διαδέχθηκε το άλλο, δίχως να είναι δυνατή η χρονολόγησή τους με απόλυτη ακρίβεια.
Γραμμουστιάνικα φαλκάρια είχαν κάνει την εμφάνισή τους στο Κρούσοβο και την περιοχή του, προς αναζήτηση θερινών βοσκών, πριν την εγκατάσταση σε αυτό των εδραίων Νικολιτσιάνων.Αρχικά, όταν το Κρούσοβο μεταμορφωνόταν σε οικισμό με εδραίο βλάχικο πληθυσμό, προερχόμενο και από άλλες περιοχές, οι Γραμμουστιάνοι κατοικούσαν σε αυτό μόνο τη θερινή περίοδο.
Μια ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα έκθεση θα παρουσιαστεί στο Νυμφαίο της Φλώρινας από τις 11 ως τις 20 Αυγούστου. Πρόκειται για την έκθεση φωτογραφιών και χαρτών με θέμα «Η κοινωνική ζωή στα βλαχοχώρια της Μακεδονίας στα 1900», που οργανώνουν το Ίδρυμα Μουσείου Μακεδονικού Αγώνα και η Κοινότητα Νυμφαίου.
Την έκθεση και τον σχετικό κατάλογο επιμελήθηκε με ιδιαίτερη γνώση και φροντίδα ο ερευνητής και συγγραφέας Αστέριος Κουκούδης.
Συνέντευξη Στέλιος Κούκος
Στην έκθεση αυτή για την «κοινωνική ζωή στα βλαχοχώρια της Μακεδονίας στα 1900» ο επισκέπτης μπορεί να συναντήσει το ιδιαίτερο κομμάτι του βλαχόφωνου ελληνισμού, το οποίο «αποτελεί μέρος του πλούτου της ρωμιοσύνης που οφείλουμε να προστατέψουμε», όπως πολύ σωστά μας είπε ο Αστέριος Κουκούδης.
Θα ήθελα να σας ευχαριστήσω για την πρόσκλησή σας να παραβρεθώ και να συμμετέχω στις εορταστικές εκδηλώσεις της Society Farcarotul για τα εκατό χρόνια από την ίδρυσή της. Είναι τιμή μου να έρχομαι από τόσο μακριά και μία μοναδική ευκαιρία για μένα να σας παρουσιάσω τις εκτιμήσεις μου για τη σύγχρονη πραγματικότητα που χαρακτηρίζει τους Βλάχους της Ελλάδας.
Βέβαια, θα πρέπει να διευκρινίσω πως, εδώ απόψε, εκπροσωπώ μόνο τον εαυτό μου και τα αποτέλεσμα των πολύχρονων ερευνών μου. Σίγουρα δεν εκπροσωπώ ή μάλλον δε διανοούμαι να παρουσιαστώ σαν εκπρόσωπος των Βλάχων της Ελλάδας και αυτό από σεβασμό στην οποιαδήποτε συλλογικότητά τους.
Πριν ασχοληθούμε πιο διεξοδικά με το θέμα επιτρέψτε μου να απαντήσω, με έναν έμμεσο τρόπο, σε ένα πολύ βασικό ερώτημα. Ίσως το πιο βασικό και κυρίως για αυτούς που θέλουν να βλέπουν τα πράγματα στην απόλυτή τους μορφή, δηλαδή είτε ως μαύρα, είτε ως άσπρα. «Οι Βλάχοι είναι Έλληνες ή αποτελούν μία μειονότητα;»
Αν υποθέσουμε πως ο Καραγκιόζης ήταν ένα υπαρκτό πρόσωπο, ακούγοντας ένα τέτοιο ερώτημα θα έβαζε τα γέλια και μάλλον θα μας περιέλουζε με όχι ιδιαίτερα κολακευτικά επίθετα, με εκείνη τη χαρακτηριστική φωνή του. Ο Καραγκιόζης, ο πρωταγωνιστής του ανατολίτικου θεάτρου σκιών που οικειοποιήθηκε και ενσωμάτωσε στην παράδοσή της η Ρωμιοσύνη, έχει ταυτιστεί στη συνείδηση όλων μας με ένα πρόσωπο που κουβαλά πάνω του όλα τα θετικά και όλα τα αρνητικά χαρακτηριστικά του Ρωμιού, του Νεοέλληνα.
1. Οι απαρχές
Τα βλάχικα, αν και ποτέ δε συγκρότησαν μια ομογενοποιημένη, κωδικοποιημένη και κοινά αποδεκτή μορφή, είναι σίγουρο πως πρέπει να αντιμετωπίζονται ως μια λατινογενής ή αλλιώς νεολατινική - ρωμανική γλώσσα, με βαθιές επιρροές της ελληνικής, κυρίως σε επίπεδο λεκτικών δανείων.
Επομένως, θα πρέπει να θεωρείται ως μια πολιτισμική απόρροια της μακράς ρωμαϊκής κυριαρχίας. Αρχαιολογικές και κυρίως επιγραφολογικές έρευνες και μελέτες έρχονται να πιστοποιήσουν την παρουσία ενός αξιόλογου λατινόφωνου πληθυσμού και κυρίως στα αστικά κέντρα της Ανατολικής Μακεδονίας, όπως στην περίπτωση των Φιλίππων, κατά τη διάρκεια των Ρωμαϊκών Χρόνων. Μόνο υποθετικά θα μπορούσαμε να δώσουμε κάποια απάντηση στο ερώτημα τι απέγιναν αυτοί οι λατινόφωνοι πληθυσμοί στους πολυτάραχους χρόνους που ακολούθησαν.
Είναι γνωστό πως ο εθνονυμικός όρος «Βλάχος» και κατ’ επέκταση το παράγωγο τοπωνύμιο «Βλαχία», όπως κι ο επιθετικός προσδιορισμός «βλάχος», είναι όροι πολύ γενικοί. Έχουν υιοθετηθεί και ενσωματωθεί σε διάφορες γλώσσες παίρνοντας λιγότερο ή περισσότερο διαφοροποιημένες γραμματικές μορφές σε διαφορετικά αλφάβητα. Επιπλέον, με τον όρο «Βλάχοι» δεν δηλώνεται αποκλειστικά ένας και μοναδικός πληθυσμός. Απεναντίας, σε διαφορετικές γλώσσες αποδίδεται σε πολλούς και διαφορετικούς πληθυσμούς. Και καθώς οι «Βλάχοι» δεν συγκρότησαν ποτέ κάποιον συγκεκριμένο και ομογενοποιημένο λαό, το επακόλουθο ήταν να προκύψουν πολλές, διαφορετικές και διάσπαρτες «Βλαχίες».
Έγγραφες πηγές μαρτυρούν την ύπαρξη Βλάχων στον ελληνικό χώρο το αργότερο από το δεύτερο μισό του 10ου αιώνα2 , αρκετά πριν από τις μαρτυρίες για άλλες περιοχές των Βαλκανίων και ιδιαίτερα για περιοχές βόρεια του Δούναβη. Οι αναφορές συνεχίζονται και τον 11ο αιώνα, όταν ο Κεκαυμένος στο έργο του με τον τίτλο Στρατηγικόν μας δίνει περισσότερα στοιχεία για Βλάχους που φέρονταν να ζούσαν στην περιοχή της σημερινής Θεσσαλίας3
Σελίδα 3 από 5