ΟΙ ΟΛΥΜΠΙΟΙ ΒΛΑΧΟΙ ΚΑΙ ΤΑ ΒΛΑΧΟΜΟΓΛΕΝΑ
ΟΙ ΟΛΥΜΠΙΟΙ ΒΛΑΧΟΙ
1.3. Η σύσταση των βλαχοχωριών του Ολύμπου. Οι Οθωμανικοί Χρόνοι
1.4. Η παλαιότερη έκταση των βλάχικων οικισμών και εγκαταστάσεων στην περιοχή του Ολύμπου
1.3. Η σύσταση των βλαχοχωριών του Ολύμπου. Οι Οθωμανικοί Χρόνοι
Οι Οθωμανοί Τούρκοι έκαναν την πρώτη εμφάνισή τους στη Θεσσαλία στα 1393. Επέστρεψαν πολύ πιο δυναμικά στα 1423 και εδραίωσαν σταδιακά την κυριαρχίας τους, ξεκινώντας από τα οχυρά και τα διοικητικά κέντρα των πεδινών περιοχών. Η αντιπαράθεσή τους με τους χριστιανούς, οι οποίοι από την αρχική ακόμη φάση της οθωμανικής κυριαρχίας βρίσκονταν αποτραβηγμένοι στις ημιορεινές και ορεινές περιοχές του Ολύμπου, φαίνεται πως προβλημάτισε σοβαρά τους Οθωμανούς. Έτσι στα 1425, ο “στρατηγός” των Οθωμανών στη Θεσσαλία Τουρχάν φέρεται να εισηγήθηκε στο σουλτάνο Μουράτ Β' την παραχώρηση ή την αναγνώριση κάποιων προνομίων στους ανυπότακτους κατοίκους των ορεινών περιοχών του Ολύμπου. Το βασικό προνόμιο φαίνεται πως ήταν η δυνατότητα διατήρησης μίας ένοπλης πολιτοφυλακής. Το γεγονός αυτό πιθανότατα σημαίνει πως οι Οθωμανοί αναγνώριζαν κάποιο βαθμό ανεξαρτησίας στους χριστιανούς κατοίκους των οικισμών γύρω από το Όλυμπο, είτε ελληνόφωνους, είτε βλαχόφωνους. Η παρουσία ένοπλης πολιτοφυλακής θα μπορούσε να θεωρηθεί ως ένα προδρομικό στάδιο των αρματολικίων της περιοχής του Ολύμπου. Μέσα από αυτά τα γεγονότα ενισχύεται η άποψη πως τα αρματολίκια και οι αρματολοί ήταν θεσμοί που βρήκαν οι Οθωμανοί και οι οποίοι πήραν μεγαλύτερη διάσταση την περίοδο της κυριαρχίας τους.[1]
Όπως ήδη έχουμε αναφέρει η εμφάνιση των Οθωμανών και η εποίκηση των πεδινών περιοχών και των αστικών κέντρων από αυτούς είχε ως αποτέλεσμα την ώθηση των χριστιανικών πληθυσμών προς τις ημιορεινές και ορεινές περιοχές.[2] Ο βλάχικος πληθυσμός που, στα τέλη του 15ου και της αρχές του 16ου αιώνα, μαρτυρείτε από οθωμανικές πηγές να υπάρχει ακόμη στα πεδινά της Θεσσαλίας, όπως στο Δαμάσι κοντά στην Ελασσόνα), θα πρέπει να ενίσχυσε όχι μόνο τις βλάχικες εγκαταστάσεις της Βόρειας Πίνδου, αλλά και αυτές της περιοχής του Ολύμπου. Παραδόσεις από το Βλαχολίβαδο, αλλά και καταγραφές του G. Weigand αναφέρουν πως το χωριό είναι η οικιστική εξέλιξη της συγκέντρωσης για λόγους ασφάλειας των κατοίκων 16 περίπου μικρών οικισμών που βρίσκονταν άλλοτε σκορπισμένοι στις γύρω ορεινές και πεδινές περιοχές. Δε μπορούμε να είμαστε σίγουροι για το πότε ακριβώς έγινε αυτή η συνοίκηση στο Βλαχολίβαδο, αν και θα πρέπει να θεωρηθεί μία διαδικασία που κράτησε αρκετό χρονικό διάστημα, (από τα τέλη 15ου αι.), και ίσως το μεγαλύτερο μέρος της είχε συντελεστεί πριν την άφιξη των Βλάχων και μη προσφύγων από την περιοχή της Πίνδου, κατά τη διάρκεια του 17ου αιώνα. Θα πρέπει επίσης να θεωρηθεί σίγουρο πως η δημιουργία τους και η σταδιακή ανάπτυξή τους σημειώθηκε παράλληλα με την ανάπτυξη του θεσμού των ισχυρών τοπικών αρματολικίων.
Επιπλέον, η διαδικασία της ανάπτυξής τους δε διέφερε ουσιαστικά από την αντίστοιχη που γέννησε τους γειτονικούς γκραίκικους οικισμούς γύρω από τον Όλυμπο και τα Πιέρια. Η μοίρα τους ήταν κοινή τόσο στις περιόδους ακμής όσο και στις δύσκολες περιόδους, καθώς φαίνεται να αποτελούσαν μία συλλογικότερη ομάδα ορεινών χριστιανικών οικισμών, άσχετη της γλωσσικής κατάστασης του κάθε χωριού. Ιδιαίτερα συγκρίσιμη είναι η περίπτωση της οικιστικής δημιουργίας και της δημογραφικής εξέλιξης του Καταφυγίου, ενός ελληνόφωνου οικισμού στις πλαγιές των Πιερίων σε ύψος 1.400 μέτρων. Σύμφωνα με ισχυρές παραδόσεις και καταγραφές η οικιστική απαρχή του Καταφυγίου ξεκίνησε από τους γειτονικούς οικισμούς Ποδάρι και Γράτσιανη. Η Γράτσιανη, με το πιθανότατα λατινικής προελεύσεως όνομα και ένα κάποιο ρωμαϊκό παρελθόν, βρίσκονταν σε χαμηλότερο υψόμετρο και το Ποδάρι δίπλα σχεδόν στην κοίτη του Αλιάκμονα σε μία ακόμη πιο ευάλωτη τοποθεσία. Οι δύο αυτοί μικροί οικισμοί, που ίσως και να ταυτίζονταν, παρουσιάζονται να δέχτηκαν κύματα προσφύγων - μετοίκων λίγο μετά τις επαναστατικές κινήσεις του 1600 και 1611. Οι ετερόκλητες ομάδες των προσφύγων που κατέφυγαν εδώ προέρχονταν από διάφορες περιοχές της Ηπείρου, της Θεσσαλίας και της Ρούμελης και ήταν πιθανότατα ανάλογης προέλευσης με τους πρόσφυγες που την ίδια περίοδο αναζήτησαν ασφάλεια και προοπτική στην Κοζάνη, στη Σιάτιστα, αλλά και στα σημερινά βλαχοχώρια της περιοχής του Ολύμπου. Θα μπορούσαμε λοιπόν να υποθέσουμε πως ανάμεσά τους υπήρχε και ένας απροσδιόριστος αριθμός βλαχόφωνων οικογενειών που μάλλον αφομοιώθηκαν ανάμεσα στους πολυπληθέστερους ελληνόφωνους. Ωστόσο πολύ σύντομα, λόγω των καταπιέσεων και της ανασφάλειας, τόσο οι γηγενείς, όσο και οι μέτοικοι αναγκάστηκαν να μετακινηθούν σε μεγαλύτερο υψόμετρο στις πλαγιές των Πιερίων και να δημιουργήσουν τον οικισμό του Καταφυγίου. Η μετακίνηση αυτή χρονολογείται γύρω στα 1700, καθώς η πρώτη εκκλησία του χωριού φέρεται να κτίστηκε γύρω στα 1712 με 1718. Σταδιακά οι Καταφυγιώτες ανέπτυξαν μία ανάλογη με τα γειτονικά βλαχοχώρια οικονομία (κτηνοτροφία και υλοτομία) και στις αρχές του 20ου αιώνα το χωριό τους έφτανε να συγκεντρώνει 600 οικογένειες.[3]
Η απόσταση που χωρίζει τα βλαχοχώρια του Ολύμπου από τον κεντρικό κορμό των βλάχικων εγκαταστάσεων στην Πίνδο δε σημαίνει πως η εξέλιξή τους διαφοροποιήθηκε κατά πολύ. Μπορεί στα βλάχικα του Ολύμπου να παρατηρείται μία μεγαλύτερη επιρροή της ελληνικής γλώσσας, ωστόσο η ζωή των κατοίκων, η δομή των οικισμών, η οικονομία, ο πολιτισμός και η γενικότερη εξέλιξη τους παρέμειναν ανάλογα χαρακτηριστικά στοιχεία με τα αντίστοιχα των βλαχοχωριών της Πίνδου και ιδιαίτερα των βλαχοχωριών του Ασπροποτάμου και του Μαλακασίου. Όπως ήδη έχει αναφερθεί και όπως θα εξεταστεί αναλυτικότερα, οι πληθυσμιακές έξοδοι από τα βλαχοχώρια της Πίνδου ενίσχυσαν σημαντικά το παλαιότερο βλάχικο πληθυσμιακό στοιχείο της περιοχής του Ολύμπου και βοήθησαν στην τελική διαμόρφωση του οικιστικού δικτύου των βλαχοχωριών του Ολύμπου. Σύμφωνα και με τις επισημάνσεις του Κ. Κρυστάλλη, οι ομοιότητες ανάμεσα στα ονόματα, τη γλώσσα, την προφορά, τα ήθη και έθιμα των Βλάχων της περιοχής του Ολύμπου και της Πίνδου είναι ενισχυτικά στοιχεία μίας συνεχούς επαφής και των αλληλεπιδράσεων ανάμεσα στις δύο ομάδες και μάλλον επιβεβαιώνουν τη μετακίνηση βλάχικων πληθυσμών από την Πίνδο, προς τους βλάχικους οικισμούς που προϋπήρχαν στην περιοχή του Ολύμπου.[4] Αν μάλιστα αναλογιστούμε πως οι ετήσιες εποχιακές μετακινήσεις των ημινομάδων κτηνοτρόφων, ιδιαίτερα από τα βλαχοχώρια της Βόρειας Πίνδου - Γρεβενών, τους έφερναν κάθε χρόνο στους πρόποδες του Ολύμπου, στα χωριά και τα χειμαδιά της Ελασσόνας και της Ποταμιάς, μπορούμε να κατανοήσουμε αυτή τη συνεχή και αδιάκοπη επαφή.[5]
1.4. Η παλαιότερη έκταση των βλάχικων οικισμών και εγκαταστάσεων στην περιοχή του Ολύμπου
Στα τέλη του 18ου αιώνα και στις αρχές του 19ου, την περίοδο των μεγάλων πολεμικών αντιπαραθέσεων ανάμεσα στους αρματολούς του Ολύμπου, από τη μία μεριά, και τους Τουρκαλβανούς και τον Αλή Πασά των Ιωαννίνων, από την άλλη, θα πρέπει να αναζητηθεί η μερική συρρίκνωση του αριθμού των βλάχικων εγκαταστάσεων στην περιοχή του Ολύμπου. Ως πρώην βλάχικες εγκαταστάσεις αναφέρονται τα χωριά Άγιος Δημήτριος και Βροντού της Πιερίας και το Πύθιο της Ελασσόνας.[6] Η διαδικασία της εξαφάνισης των Βλάχων, που πιθανά κατοικούσαν σε αυτά τα χωριά, θα πρέπει ίσως να ήταν ανάλογη με αυτή που, όπως θα εξετάσουμε, μετέτρεψε και τη Μηλιά σε ελληνόφωνο οικισμό, στις πρώτες πια δεκαετίες του 19ου αιώνα. Ίσως όμως σε αυτά τα χωριά να σημειώθηκε συνοίκηση Βλάχων και Γκραίκων αρκετά νωρίς, με αποτέλεσμα την αφομοίωση των Βλάχων, όπως πολύ πιθανά συνέβη στην περίπτωση του Καταφυγίου.
Το χωριό Άγιος Δημήτριος ή Σαμέντρου, όπως είναι γνωστό στους Βλάχους των χωριών του Ολύμπου, βρίσκεται στα στενά της Πέτρας, από όπου περνά ο ορεινός δρόμους που ενώνει τη Θεσσαλία με την Κεντρική Μακεδονία. Εδώ και αρκετές γενιές οι κάτοικοί του παρουσιάζονται να είναι αποκλειστικά ελληνόφωνοι, αν και σύμφωνα με παραδόσεις ανάμεσά τους υπάρχουν και οικογένειες αρβανίτικης καταγωγής. Οι Αρβανίτες αυτοί βρέθηκαν εγκατεστημένοι εδώ ως εξειδικευμένοι κτίστες στα τέλη του 19ου αιώνα, προερχόμενοι από χωριά της Βορείου Ηπείρου. Oικογένειες της ίδιας προέλευσης αναφέρονται να εγκαταστάθηκαν και στα χωριά Μηλιά, Λόφος και Βροντού της Πιερίας. Όσο για τη βλάχικη καταγωγή ορισμένων από τους παλαιότερους κατοίκους ενδεικτικό στοιχείο ίσως αποτελούν οι επιγαμίες που αναπτύχθηκαν ανάμεσα σε οικογένειες αρματολών του Ολύμπου. Ο πρωταρματολός Έξαρχος Γιάννης Λάζος παντρεύτηκε στα 1795 την Ευανθία, κόρη του Γεώργιου Τσιρογιάννη, προύχοντα του Αγίου Δημητρίου. Η αδελφή του Βασιλική παντρεύτηκε επίσης στον Άγιο Δημήτριο κάποιο άλλο μέλος της οικογένειας των Τσιρογιανναίων.[7] Οι Λαζαίοι με καταγωγή από τη Φτέρη αναγνωρίζονται ως Βλάχοι και οι σχέσεις επιγαμίας που ανέπτυξαν με τους προύχοντες Τσιρογιανναίους του Αγίου Δημητρίου φαίνεται να δηλώνουν την πιθανή βλάχικη καταγωγή τουλάχιστον ορισμένων από τους παλαιότερους κατοίκους του χωριού. Αν όμως οι Τσιρογιανναίοι ήταν Γκραίκοι και όχι Βλάχοι τότε οι επιγαμίες τους με τους Λαζαίους μαρτυρούν μία παλιά και φυσική τάση αφομοίωσης ανάμεσα στους ελληνόφωνους και τους βλαχόφωνους πληθυσμούς του Ολύμπου.
Στις περιπτώσεις της Βροντού και του Πύθιου ή Σέλλους είναι αρκετά πιθανό να υπήρχαν άλλοτε Βλάχοι ανάμεσα στους παλαιότερους κατοίκους τους, σίγουρα όμως μαζί με πολυπληθέστερους Γκραίκους. Το 1863 ο Γερμανός Barth αναφέρει τη Βροντού μεταξύ των βλαχοχωριών του Ολύμπου, αν και στα νεότερα χρόνια το χωριό αναγνωρίζεται ως ελληνόφωνος οικισμός. Οι Βλάχοι που προκάλεσαν αυτή την επισήμανση του Barth, είτε χάθηκαν ανάμεσα στους πλειοψηφούντες ελληνόφωνους κατοίκους του χωριού, είτε ήταν Κοκκινοπλίτες, καθώς σύμφωνα με παραδόσεις κάποια ομάδα των κατοίκων του Κοκκινοπλού συνήθιζε να κατεβαίνει στη Βροντού και να περνά τους χειμώνες εκεί.[8] Όσο για το Πύθιο χαρακτηριστική είναι η αναφορά σε ελληνικό προξενικό έγγραφο του 1900, όπου επισημαίνεται η ύπαρξη 20 βλάχικων οικογενειών ανάμεσα στους κατοίκους του.[9] Ωστόσο, ισχυρές μέχρι και σήμερα παραδόσεις τόσο στο Πύθιο, όσο και στο γειτονικό Κοκκινοπλό χαρακτηρίζουν με σαφήνεια το Πύθιο ως γκραίκικο χωριό. Η σημερινή παρουσία κατοίκων βλάχικης καταγωγής στο Πύθιο παρουσιάζεται ως αποτέλεσμα της εγκατάστασης βλάχικων οικογενειών, και κυρίως από τον Κοκκινοπλό, κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα, αλλά και ως αποτέλεσμα των επιγαμιών που αναπτύχθηκαν ανάμεσα στους Ολύμπιους Βλάχους και τους Γκραίκους γείτονές τους.[10] Ίσως τελικά μέσα στις πληθυσμιακές ανακατατάξεις, που σημειώθηκαν στα τέλη του 18ου και τις αρχές του 19ου, να χάθηκαν ή να αφομοιώθηκαν κάποιοι βλάχικοι πληθυσμοί ανάμεσα στους πολυπληθέστερους ελληνόφωνους κατοίκους της περιοχής του Ολύμπου. Από την άλλη όμως μεριά, οι εξελίξεις του 19ου και του 20ου αιώνα είχαν σαν αποτέλεσμα τη δημιουργία και την παγίωση κάποιων νεότερων βλάχικων οικισμών και εγκαταστάσεων, όπως η Καρίτσα Πιερίας, το Δίο, ο Άγιος Σπυρίδωνας, η Πέτρα και τα Καλύβια Ελασσόνας.
Οι Ολύμπιοι Βλάχοι και τα Βλαχομογλενά
Μελέτες για τους Βλάχους - 3ος τόμος
σκληρό καπάκι 25Χ18 εκ
408 σελίδες, 3 πρωτότυποι έγχρωμοι χάρτες
177 παλιές ασπρόμαυρες φωτογραφίες
Εκδόσεις Ζήτρος - Θεσσαλονίκη 2001
Προλογική Εισαγωγή του καθηγητή Γιάννη Ζ. Δρόσου
Χάρτες
Χάρτες
1. Οι Ολύμπιοι Βλάχοι, 1900-1912
2. Οι Μογλενίτες Βλάχοι, 1900-1912
3. Η διασπορά των Μεγαλολιβαδιωτών
Οι Ολύμπιοι Βλάχοι και τα Βλαχομογλενά
Μελέτες για τους Βλάχους - 3ος τόμος
σκληρό καπάκι 25Χ18 εκ
408 σελίδες, 3 πρωτότυποι έγχρωμοι χάρτες
177 παλιές ασπρόμαυρες φωτογραφίες
Εκδόσεις Ζήτρος - Θεσσαλονίκη 2001
Προλογική Εισαγωγή του καθηγητή Γιάννη Ζ. Δρόσου
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
του Καθηγητή Γιάννη Ζ. Δρόσου,
Διευθυντή του Ινστιτούτου Αμυντικών Αναλύσεων του Υπουργείου Εθνικής Αμύνης
Μελέτες για τους Βλάχους Γ`,
Οι Ολύμπιοι Βλάχοι και τα Βλαχομογενά
Στον τρίτο τόμο της ενότητας “Μελέτες για τους Βλάχους” επιχειρείται μία αναλυτικότερη καταγραφή της ιστορικής εξέλιξης των βλάχικων πληθυσμών, των οικισμών και των εγκαταστάσεών τους στις περιοχές του Ολύμπου και των Μογλενών. Οι βλάχικοι οικισμοί και οι πληθυσμοί αυτών των δύο περιοχών αποτελούν μητροπολιτικές ομάδες που όμως αναπτύχθηκαν σε κάποια απόσταση από τον κύριο όγκο των βλάχικων μητροπόλεων κατά μήκος της Πίνδου. Υπήρξαν περιοχές συρροής της βλάχικης διασποράς και με τη σειράς τους αποτέλεσαν αφετηρίες νέων εγκαταστάσεων. Ωστόσο, οι δύο αυτές μητροπολιτικές ομάδες, με βεβαιωμένες ρίζες, το αργότερο, στους μεσαιωνικούς χρόνους, παρουσιάζουν σημαντικότατες διαφορές μεταξύ τους. Ανάμεσά τους συναντούμε όλους τους τύπους τους βλάχικων εγκαταστάσεων. Καταγράφονται εγκαταστάσεις εδραίες και νομαδικές, ημινομαδικές και αγροτικές, ημιαστικές και αστικές, παράλληλα με την εκδήλωση όλων των δυνατών ιδεολογικών προσανατολισμών. Η ταυτόχρονη παρουσίας τους στο παρόντα τόμο αποσκοπεί στην έκθεση του πολυσύνθετου βλάχικου μωσαϊκού και της εξέλιξής του. Η επέκταση μίας ανάλογης αναλυτικής καταγραφής και μελέτης και σε άλλες μητροπολιτικές γεωγραφικές περιφέρειες μπορεί να προσέφερε περισσότερα στοιχεία για τους διάφορους βλάχικους οικισμούς και τις εγκαταστάσεις όμως δε θα άλλαζε κατά πολύ τα βασικά συμπεράσματα. Αν μάλιστα η αναλυτικότερη εξέταση των βλάχικων οικισμών και εγκαταστάσεων επεκτείνονταν προς την Ήπειρο και τη Θεσσαλία τότε θα ενισχύονταν ακόμη περισσότερο η θεμελιώδης άποψη για την ελληνική διάσταση της ταυτότητας των Βλάχων.
Οι Ολύμπιοι Βλάχοι δε διαφοροποιούνται από αυτούς της Πίνδου, ενώ για τους Μογλενίτες Βλάχους υπάρχουν στοιχεία και ενδείξεις, πως παρά τη διαχρονική παρουσία βλάχικων πληθυσμών στην Κεντρική Μακεδονίας, ίσως έχουν εν μέρη διαφορετικές καταβολές και έχουν δεχτεί επιρροές διαφορετικές από ό,τι οι υπόλοιποι βλαχόφωνοι της Νότιας Βαλκανικής. Οι Ολύμπιοι Βλάχοι ακολούθησαν πιστά τα γνωστά βλάχικα πρότυπα, πρωταγωνιστώντας στην ανάπτυξη και τη δράση των αρματολικίων, όπως και στις επακόλουθες επαναστατικές και απελευθερωτικές κινήσεις του νεότερου ελληνισμού. Οι οικισμοί τους ήταν άρρηκτα συνδεδεμένοι με την κτηνοτροφική οικονομία των ορεινών και εξελικτικά με τις παράγωγες εμποροβιοτεχνικές δραστηριότητες. Οι πληθυσμοί τους συμμετείχαν ενεργά στην ενίσχυση των ελληνορθόδοξων κοινοτήτων στα αναπτυσσόμενα αστικά, οικονομικά και διοικητικά κέντρα, όπως στις πλέον χαρακτηριστικές περιπτώσεις της Θεσσαλονίκης και της Κατερίνης. Από την άλλη μεριά, όταν προς τα τέλη του 19ου αιώνα οι Μογλενίτες Βλάχοι “ανακαλύπτονται” από τους πρώτους ερευνητές σε μία απόμερη γωνιά της μακεδονικής ενδοχώρας, παρουσιάζονται ως κολίγοι και μικροκαλλιεργητές συνδεδεμένοι απόλυτα με την αγροτική οικονομία της γης τους και σε μία σχέση διάχυσης με τους σλαβόφωνους γείτονές τους. Επιπλέον, οι κάτοικοι του σημαντικότερου οικισμού τους, της Νώτιας, είχαν εξισλαμιστεί στα μέσα περίπου του 18ου αιώνα.
Αυτές οι διαφορές ανάμεσα στους Ολύμπιους και τους Μογλενίτες Βλάχους καθόρισαν και τη διαφορά των βιωμάτων τους σε σχέση με τη δράση της ρουμανικής προπαγάνδας, με αποκορύφωμα τις διαφορετικές εμπειρίες τους κατά τη διάρκεια του Μακεδονικού Αγώνα, όπως και στις επακόλουθες επιπτώσεις. Τα βλαχοχώρια του Ολύμπου και των Μογλενών αποτελούν τα δύο εκ διαμέτρου αντίθετα άκρα μίας κλίμακας που θα μπορούσε να μετρήσει το βαθμό της επιτυχίας ή της αποτυχίας της προπαγάνδας. Η απόλυτη αποτυχία της ανάμεσα στους βλαχόφωνους πληθυσμούς της περιοχής του Ολύμπου οφείλεται στο γεγονός πως τόσο οι πρόκριτοι, όσο και οι απλοί κάτοικοι δεν αισθάνονταν να διαφοροποιούνται από τους ελληνόφωνους γείτονές τους στην ανάπτυξη της νεοελληνικής πραγματικότητας και ταυτότητας. Από την άλλη μεριά, τα αίτια της όποιας επιτυχίας της προπαγάνδας στις περιπτώσεις των λιγότερων προνομιούχων, όπως οι Βλαχομογλενίτες, εντοπίζονται σε κοινωνικά, πολιτικά και οικονομικά δεδομένα. Το άφθονο ρουμανικό χρήμα και η στενή συνεργασία ανάμεσα στην προπαγάνδα και τους κομιτατζήδες ήταν παράγοντες ενίσχυσης του διχασμού των βλαχομογλενίτικων κοινοτήτων. Η αντιπαράθεση πήρε ουσιαστικά τη μορφή εμφύλιας σύρραξης με τον πολυπληθέστερο αριθμό θυμάτων και καταστροφών από οποιαδήποτε άλλη βλάχικη ομάδα στη Νότια Βαλκανική.
Γιάννης Ζ. Δρόσος
Διευθυντής Ι.Α.Α.
Οι Ολύμπιοι Βλάχοι και τα Βλαχομογλενά
Μελέτες για τους Βλάχους - 3ος τόμος
σκληρό καπάκι 25Χ18 εκ
408 σελίδες, 3 πρωτότυποι έγχρωμοι χάρτες
177 παλιές ασπρόμαυρες φωτογραφίες
Εκδόσεις Ζήτρος - Θεσσαλονίκη 2001
Προλογική Εισαγωγή του καθηγητή Γιάννη Ζ. Δρόσου
Περιεχόμενα
Περιεχόμενα
Μέρος 1ο
“ΟΙ ΟΛΥΜΠΙΟΙ ΒΛΑΧΟΙ”
1. ΤΑ ΒΛΑΧΟΧΩΡΙΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΤΟΥ ΟΛΥΜΠΟΥ.
ΟΙ ΟΛΥΜΠΙΟΙ ΒΛΑΧΟΙ
1.1. Γενικά
1.2. Οι πρώτες αναφορές. Οι Βυζαντινοί Χρόνοι
1.3. Η σύσταση των βλαχοχωριών του Ολύμπου. Οι Οθωμανικοί Χρόνοι
1.4. Η παλαιότερη έκταση των βλάχικων οικισμών και εγκαταστάσεων στην περιοχή του Ολύμπου
1.5. Οι έξοδοι από την περιοχή του Ολύμπου
2. ΛΙΒΑΔΙ - ΒΛΑΧΟΛΙΒΑΔΟ Ελασσόνας
2.1. Γενικά
2.2. Η σύσταση και η εξέλιξη του Βλαχολίβαδου
2.3. Τα αρματολίκια και οι αγώνες του Βλαχολίβαδου
2.4. Τα εκπαιδευτικά και οικονομικά του Βλαχολίβαδου
2.5. Η Ρουμανική Προπαγάνδα στο Βλαχολίβαδο
2.6. Η Κατοχή και ο Εμφύλιος
2.7. Οι έξοδοι και οι παροικίες του Βλαχολίβαδου
2.8. Πληθυσμιακά
3. KOKKINΟΠΗΛΟΣ - ΚΟΚΚΙΝΟΠΛΟΣ Ελασσόνας
3.1. Γενικά
3.2. Η σύσταση και η εξέλιξη του Κοκκινοπλού
3.3. Οι αγώνες του Κοκκινοπλού
3.4. Τα οικονομικά και εκπαιδευτικά του Κοκκινοπλού
3.5. Οι έξοδοι από τον Κοκκινοπλό
3.6. Η Ρουμανική Προπαγάνδα στον Κοκκινοπλό
3.7. H Κατοχή και ο Εμφύλιος
3.8. Περιφερειακοί οικισμοί, εγκαταστάσεις και διασπορά Κοκκινοπλού
3.8.1. Τα Καλύβια Ελασσόνας
3.8.2. Το Ασπρόχωμα
3.8.3. Τα Παλιάμπελα και ο Δούλος
3.8.4. Η διασπορά του Κοκκινοπλού
3.9. Πληθυσμιακά
4. ΦΤΕΡΗ και ΚΑΡΙΤΣΑ Πιερίας
4.1. Γενικά
4.2. Η σύσταση και η εξέλιξη της Φτέρης
4.3. Η σύσταση της Καρίτσας
4.4. Η Ρουμανική Προπαγάνδα στη Φτέρη - Καρίστα
4.5. Η Φτέρη - Καρίτσα μετά τα 1912
4.6. Πληθυσμιακά
5. ΝΕΟΧΩΡΙ - ΝΙΧΩΡΙ Σερβίων
5.1. Γενικά
5.2. Η σύσταση και η εξέλιξη του Νεοχωρίου
5.3. Η διάλυση του Νεοχωρίου
6. ΑΝΩ MΗΛΙΑ - ΜΗΛΙΑ Πιερίας
6.1. Γενικά
6.2. Η σύσταση και η εξέλιξη της Μηλιάς
6.3. Η Μηλιά και οι Λαζαίοι
6.4. Η Μηλιά μετά τα 1822
7. ΔΙΟ - ΜΑΛΑΘΡΙΑ Πιερίας
7.1. Γενικά
7.2. Ο παλαιότερος οικισμός της Μαλαθριάς
7.3. Η εγκατάσταση των Κοκκινοπλιτών στη Μαλαθριά
7.4. Η Μαλαθριά μετά τα 1912
7.5. Πληθυσμιακά
8. ΑΓΙΟΣ ΣΠΥΡΙΔΩΝΑΣ - ΚΑΛΥΒΙΑ ΚΟΥΝΤΟΥΡΙΩΤΙΣΣΑΣ Πιερίας
8.1. Γενικά
8.2. Η σύσταση και η εξέλιξη του Άγιου Σπυρίδωνα
8.3. Ο Άγιος Σπυρίδωνας μετά τα 1912
8.4. Πληθυσμιακά
9. ΚΟΛΙΝΔΡΟΣ Πιερίας
9.1. Γενικά
9.2. Ο Κολινδρός πριν τη δημιουργία της βλάχικης εγκατάστασης
9.3. Η εγκατάσταση Βλάχων στον Κολινδρό
10.ΠΕΤΡΑ - ΛΟΚΟΒΗ Πιερίας
10.1. Γενικά. Η Παλιά Πέτρα
10.2. Η νεότερη εγκατάσταση Βλάχων στη Λόκοβη
11.ΑΝΑΦΟΡΕΣ ΓΙΑ ΒΛΑΧΙΚΕΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΣΤΙΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΕΣ ΠΛΑΓΙΕΣ ΤΟΥ ΟΛΥΜΠΟΥ. ΛΙΤΟΧΩΡΟ, ΣΚΟΤΙΝΑ, ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΩΝΑΣ, ΠΟΡΟΙ
12.ΣΕΡΒΙΑ Κοζάνης
12.1. Γενικά
12.2. Τα Σέρβια μέχρι τα 1800
12.3. Η παρουσία των Βλάχων στα Σέρβια
12.4. Η Ρουμανική Προπαγάνδα στα Σέρβια
13.ΚΑΤΕΡΙΝΗ
13.1. Γενικά
13.2. Οι εγκαταστάσεις των Βλάχων στην Κατερίνη
13.2.1. Οι Ολύμπιοι Βλάχοι
13.2.2. Οι Σαρμανιώτες
13.2.3. Οι Βεργιάνοι Βλάχοι και οι Αρβανιτόβλαχοι του Βερμίου και του Μοριχόβου
13.2.4. Οι Βλαχοζαγορίσιοι
13.2.5. Οι Νιζοπολίτες
13.3. Η Ρουμανική Προπαγάνδα στην Κατερίνη
13.4. Η Οικονομία της Κατερίνης και οι Βλάχοι κάτοικοί της
13.5. Πληθυσμιακά
Μέρος 2ο
“ΤΑ ΒΛΑΧΟΜΟΓΛΕΝΑ”
1. ΜΟΓΛΕΝΑ
1.1. Γενικά
1.2. Τα βλαχομογλενίτικα χωριά
1.3. Η προέλευση των Βλαχομογλενιτών
1.4. Η πιθανή παλαιότερη έκταση των βλάχικων εγκαταστάσεων στα ανατολικά του Αξιού
1.5. Οι Βλαχορηχίνοι
1.6. Η Ρουμανική Προπαγάνδα στα Μογλενά
1.7. Ο πληθυσμός των Βλαχομογλενιτών
2. ΣΚΡΑ - ΛΟΥΜΝΙΤΣΑ Παιονίας
2.1. Γενικά
2.2. Η σύσταση και η εξέλιξη του Σκρα
2.3. Η Ρουμανική Προπαγάνδα και ο Μακεδονικός Αγώνας στο Σκρα
2.4. Οι εξελίξεις στο Σκρα μετά το 1912
2.5. Πληθυσμιακά
3. ΑΡΧΑΓΓΕΛΟΣ - ΟΣΣΙΑΝΗ Αλμωπίας
3.1. Γενικά
3.2. Η σύσταση και η εξέλιξη του Αρχάγγελου. Το μοναστήρι του Αρχάγγελου
3.3. Η Ρουμανική Προπαγάνδα και ο Μακεδονικός Αγώνας στον Αρχάγγελο
3.4. Οι εξελίξεις στον Αρχάγγελο μετά το 1912
3.5. Πληθυσμιακά
4. ΠΕΡΙΚΛΕΙΑ - ΜΠΙΡΙΣΛΑΒ Αλμωπίας
5. ΛΑΓΚΑΔΙΑ - ΛΟΥΓΚΟΥΝΤΣΑ Αλμωπίας
6. ΚΟΥΠΑ Παιονίας
7. KAΡΠΗ - ΤΣΕΡΝΑΡΕΚΑ Παιονίας
8. ΝΩΤΙΑ - ΝΟΝΤΙ Αλμωπίας
8.1. Γενικά
8.2. Η επισκοπή Μογλενών και ο εξισλαμισμός της Νώτιας (1759)
8.3. Η Νώτια μετά τον εξισλαμισμό των κατοίκων της και μέχρι το 1912
8.4. Οι εξελίξεις στη Νώτια μετά το 1912
8.5. Πληθυσμιακά
8.6. Οι Νουτιαλήδες στην Τουρκία
9. ΧΟΥΜΑ - ΟΥΜΑ Γευγελής
10.ΠΑΛΑΙΟΤΕΡΑ ΒΛΑΧΟΜΟΓΛΕΝΙΤΙΚΑ ΧΩΡΙΑ
10.1. Στο ελληνικό έδαφος
10.1.1. Καστανερή - Μπαρόβιστα Παιονίας
10.1.2. Τρία Έλατα - Λέσκοβα Αλμωπίας
10.2. Στο έδαφος της π.Γ.Δ.Μ.
10.2.1 Σερμενίν Γευγελής
10.2.2 Kόνσκο Γευγελής
10.2.3.Νεγκόρτσι Γευγελής
11.ΜΕΓΑΛΑ ΛΙΒΑΔΙΑ και ΜΙΚΡΑ ΛΙΒΑΔΙΑ, Παιονίας
11.1. Γενικά
11.2. Η σύσταση και η εξέλιξη των Μεγάλων Λιβαδίων
11.3. Επιγαμίες - Φάρες - Προσωνυμίες - Γλώσσα - Οικονομία
11.4. Η Ρουμανική Προπαγάνδα και ο Μακεδονικός Αγώνας στα Μεγάλα και τα Μικρά Λιβάδια
11.5. Οι εξελίξεις στα Μεγάλα και τα Μικρά Λιβάδια μετά το 1912
11.6. Πληθυσμιακά
12. ΤΑ ΧΕΙΜΑΔΙΑ ΚΑΙ Η ΔΙΑΣΠΟΡΑ ΤΩΝ ΜΕΓΑΛΟΛΙΒΑΔΙΩΤΩΝ
12.1. Τα χειμαδιά και οι εγκαταστάσεις των Μεγαλολιβαδιωτών στο Νομό Πέλλας
12.1.1. Προφήτης Ηλίας Έδεσσας
12.1.2. Ακρολίμνη Γιαννιτσών
12.1.3. Εσώβαλτα Γιαννιτσών
12.1.4. Καλύβια Γιαννιτσών
12.1.5. Καλή Γιαννιτσών
12.1.6. Λάκκα Γιαννιτσών
12.1.7. Αραβησσός Γιαννιτσών
12.2. Τα χειμαδιά και οι εγκαταστάσεις των Μεγαλολιβαδιωτών στο Νομό Κιλκίς
12.3. Τα χειμαδιά και οι εγκαταστάσεις των Μεγαλολιβαδιωτών στο Νομό Θεσσαλονίκης
13. ΓΕΥΓΕΛΗ
Οι Ολύμπιοι Βλάχοι και τα Βλαχομογλενά
Μελέτες για τους Βλάχους - 3ος τόμος
σκληρό καπάκι 25Χ18 εκ
408 σελίδες, 3 πρωτότυποι έγχρωμοι χάρτες
177 παλιές ασπρόμαυρες φωτογραφίες
Εκδόσεις Ζήτρος - Θεσσαλονίκη 2001
Προλογική Εισαγωγή του καθηγητή Γιάννη Ζ. Δρόσου
Στον τρίτο τόμο της ενότητας “Μελέτες για τους Βλάχους” επιχειρείται μια αναλυτικότερη καταγραφή της ιστορικής εξέλιξης των βλάχικων πληθυσμών, των οικισμών και των εγκαταστάσεων στις περιοχές του Ολύμπου και των Μογλενών. Οι οικισμοί και οι πληθυσμοί αυτών των δυο περιοχών αποτελούν μητροπολιτικές βλάχικες ομάδες που αναπτύχθηκαν όμως σε κάποια απόσταση από τον κύριο όγκο των βλάχικων μητροπόλεων κατά μήκος της Πίνδου.
Υπήρξαν περιοχές συρροής της βλάχικης διασποράς που με τη σειρά τους αποτέλεσαν αφετηρίες νέων εγκαταστάσεων. Ωστόσο, οι δύο αυτές μητροπολιτικές ομάδες, με βεβαιωμένες ρίζες, το αργότερο, στους μεσαιωνικούς χρόνους, παρουσιάζουν σημαντικές διαφορές μεταξύ τους. Ανάμεσά τους συναντούμε όλους τους τύπους των βλάχικων εγκαταστάσεων. Καταγράφονται εγκαταστάσεις εδραίες και νομαδικές, ημινομαδικές και αγροτικές, ημινομαδικές και αστικές, παράλληλα με την εκδήλωση όλων των δυνατών ιδεολογικών προσανατολισμών. Η ταυτόχρονη παρουσία τους στον παρόντα τόμο αποσκοπεί στην έκθεση του πολυσύνθετου βλάχικου μωσαϊκού και της εξέλιξής του.
Η επέκταση μιας ανάλογης αναλυτικής καταγραφής και μελέτης και σε άλλες γεωγραφικές περιφέρειες μπορεί να πρόσφερε περισσότερα στοιχεία για τους διάφορους βλάχικους οικισμούς και τις εγκαταστάσεις, όμως Δε θα άλλαζε κατά πολύ τα συμπεράσματα. Αν μάλιστα η αναλυτικότερη εξέταση των βλάχικων οικισμών και εγκαταστάσεων επεκτεινόταν προς την Ήπειρο και τη Θεσσαλία, τότε θα ενισχύονταν ακόμη περισσότερο η θεμελιώδης άποψη για την ελληνική διάσταση της ταυτότητας των Βλάχων.
Σελίδα 2 από 2